ΗΥ-120: Ψηφιακή Σχεδίαση
Φθινόπωρο 2009 |
Τμ. Επ. Υπολογιστών © Πανεπιστήμιο Κρήτης |
[Up - Table of Contents] [Prev - 7. Latches and Registers] |
[printer version - PDF] [9. Buses, Tristate, SRAM - Next] |
[Βιβλία: προαιρετικά μπορείτε να διαβάσετε: Wakerly: § 7.2.5 (σελ. 639-641) (αν θέλετε, ρίξετε μία ματιά και στις § 8.1.4 - 8.2.3 (σελ. 789-798))· Mano: μισή § 5.3 (σελ. 239-243)].
Κανονικά, όλες οι είσοδοι δεδομένων πρέπει να έχουν το ίδιο πλήθος bits καθεμία (4 bits στο παράδειγμά μας). Το πλήθος των bits της εξόδου πρέπει να επαρκεί γιά να μεταφέρει την πληροφορία της οιασδήποτε επιλεγόμενης εισόδου, άρα πρέπει να ισούται με αυτό το πλήθος bits των εισόδων (εάν οι είσοδοι δεν είχαν όλες το ίδιο πλήθος bits, η έξοδος θα έπρεπε να έχει το μεγαλύτερο από τα πλήθη αυτά, γιά να "χωράει" την φαρδύτερη είσοδο, αλλά τότε θα έπρεπε να μας προδιαγράψουν και τι θα περιέχουν τα επιπλέον bits της εξόδου όποτε επιλέγεται είσοδος με λιγότερα bits). Ο ρόλος του πολύμπιτου (multibit) πολυπλέκτη, λοιπόν, είναι να τροφοδοτήσει το κάθε bit της εξόδου από το κατάλληλο bit της επιλεγόμενης εισόδου, όπως δείχνει το σχήμα. Γιά παράδειγμα, σαν MS bit της εξόδου πρέπει να μπορεί να επιλεγεί το MS bit μιάς οιασδήποτε από τις εισόδους δεδομένων, μέσω του "MS" (περισσότερο σημαντικού) πολυπλέκτη· και ο "LS" πολυπλέκτης πρέπει να επιλέγει το LS bit της εξόδου μεταξύ των LS bits όλων των εισόδων, κ.ο.κ. Επομένως, χρειαζόμαστε από έναν (μονόμπιτο) πολυπλέκτη γιά το κάθε bit της εξόδου· κάθε τέτοιος (μονόμπιτος) πολυπλέκτης πρέπει να έχει τόσες εισόδους δεδομένων όσες και οι λέξεις δεδομένων εισόδου που θέλουμε να πολυπλέξουμε. Συνολικά, γιά να φτιάξουμε έναν (πολύμπιτο) πολυπλέκτη m-σε-1 των n bits (n-bit m-to-1 multiplexer), χρειαζόμαστε n μονόμπιτους πολυπλέκτες μεγέθους m-σε-1 ο καθένας. Προφανώς, σε δεδομένη στιγμή, οι πολυπλέκτες πρέπει να επιλέγουν καθένας το κατάλληλο bit, της ίδιας εισόδου όλοι· άρα, η είσοδος ελέγχου (επιλογής) πρέπει να έχει την ίδια, κοινή τιμή γιά όλους τους πολυπλέκτες. Γιά τον πολύμπιτο αυτό πολυπλέκτη χρησιμοποιούμε ένα συνοπτικό σύμβολο, όπως φαίνεται στο επάνω μέρος του σχήματος.
Όπως δείχνει το σχήμα, ένα ζευγάρι μανταλωτών, tmp και C (ελεγχόμενοι από διφασικό ρολόϊ), είναι υπεύθυνοι γιά τη διατήρηση της τιμής του μετρητή. Κατά τη βασική λειτουργία, ξεκινώντας από την τιμή αυτή, C, ο αθροιστής υπολογίζει το άθροισμα S=C+1· το άθροισμα S αποθηκεύεται στην προσωρινή θέση tmp, και στη συνέχεια μεταφέρεται στον μανταλωτή C σαν η νέα τιμή του μετρητή. Ο μετρητής αποκτά ευελιξία με την προσθήκη δύο (πολύμπιτων) πολυπλεκτών στις δύο εισόδους του αθροιστή. Ο πρώτος πολυπλέκτης μας επιτρέπει να επιλέγουμε αν η βάση A της πρόσθεσης θα είναι η αποθηκευμένη τιμή του μετρητή, C, ή νέα, εξωτερική τιμή που έρχεται από την είσοδο In. Ο δεύτερος πολυπλέκτης μας επιτρέπει να επιλέγουμε τι θα προστεθεί στην βάση A: η τιμή B=+1, ή B=-1, ή B=0. Με τη συνδυασμένη χρήση των δύο πολυπλεκτών προκύπτουν οι τέσσερεις χρήσιμες λειτουργίες του κυκλώματος, καθώς και δύο λιγότερο ενδιαφέρουσες πράξεις:
Στην δεξιά πλευρά της πλακέτας εισόδων/εξόδων,
υπάρχει ένα πληκτρολόγιο όπως ένα από τα δύο στις φωτογραφίες δεξιά
(τα άσπρα πληκτρολόγια χρησιμοποιήθηκαν σε μερικές πλακέτες
λόγω έλλειψης μαύρων στην αγορά,
και έχουν δυστυχώς τα πλήκτρα σε ανορθόδοξες θέσεις).
Επάνω από το πληκτρολόγιο υπάρχει μιά οθόνη LCD με δύο γραμμές κειμένου:
η πρώτη γραμμή γράφει "FROM USER CKT: ..."
("ckt" είναι συντομογραφία γία "circuit" - κύκλωμα),
και προορίζεται να μας δείχνει τιμές
που έρχονται από το κύκλωμα του χρήστη,
και η δεύτερη γραμμή γράφει "TO USER CKT: ...",
και προορίζεται να στέλνει τιμές στο κύκλωμα του χρήστη.
Όταν η πλακέτα εισόδων/εξόδων αρχικοποιείται
(δηλ. μετά το άναμα της τροφοδοσίας),
η οθόνη LCD εμφανίζεται όπως δεξιά, με μόνη την επάνω γραμμή.
Ο τετραψήφιος δεκαεξαδικός αριθμός που εμφανίζεται
ισούται με τις τιμές που το κύκλωμα του χρήστη στέλνει στην οθόνη αυτή.
Στη φωτογραφία αυτή, το κύκλωμα χρήστη δίνει "1"
στα bits 11, 9, και 6, και "0" στα υπόλοιπα,
δηλαδή δίνει τον δεκαεξάμπιτο αριθμό "0000.1010.0100.0000",
ο οποίος εμφανίζεται σαν "0A40" στο δεκεξαδικό.
Όταν η οθόνη είναι σε αυτή την κατάσταση,
με τον cursor στην επάνω γραμμή,
τότε η ένδειξη "from user circuit" αντανακλά συνεχώς
την παρούσα τιμή των εξόδων του χρήστη,
δηλαδή αλλάζει μόνη της αμέσως μόλις αλλάξουν
ένα ή περισσότερα bits που έρχονται από το κύκλωμα του χρήστη.
Στη συνέχεια, όταν πατηθεί το πλήκτρο ENTER,
η οθόνη μπαίνει σε μιά νέα κατάσταση, όπως δεξιά,
όπου παύει να παρακολουθεί το κύκλωμα του χρήστη
και δέχεται νέες τιμές από το πληκτρολόγιο
γιά να τις στείλει στο κύκλωμα του χρήστη.
Η κατάσταση αυτή φαίνεται από το ότι
ο cursor βρίσκεται στην κάτω γραμμή.
Με τον cursor στην κάτω γραμμή,
πληκτρολογούμε έναν τετραψήφιο δεκαεξαδικό αριθμό,
π.χ. τον αριθμό "FF01" στη φωτογραφία δεξιά.
Όσο πληκτρολογούμε και όσο ο cursor βρίσκεται στην κάτω γραμμή,
οι παλαιές τιμές που δίδονταν από πρίν στο κύκλωμα του χρήστη
δεν αλλάζουν ακόμα.
Μόλις πατήσουμε ENTER, ο αριθμός που πληκτρολογήσαμε, εδώ "FF01",
αποστέλλεται στο κύκλωμα του χρήστη, αλλάζοντας την παλαιά τιμή,
εδώ σε "1111.1111.0000.0001".
Η τιμή αυτή θα παραμείνει σταθερή
μέχρι το επόμενο ανάλογο πάτημα του ENTER.
Επίσης, τώρα που ο cursor είναι στην επάνω γραμμή,
η επάνω γραμμή παρακολουθεί ξανά, συνεχώς
τις αλλαγές τιμών από το κύκλωμα του χρήστη:
εδώ, οι τιμές αυτές άλλαξαν σε "0000.1110.0000.0000",
και γι' αυτό η οθόνη δείχνει ότι λαμβάνει "0E00" από το κύκλωμα χρήστη.
Εάν πατηθεί ξανά το ENTER, όπως δεξιά,
η οθόνη παύει να παρακολουθεί το κύκλωμα χρήστη,
και δέχεται είσοδο από το πληκτρολόγιο.
Στη φωτογραφία δεξιά, μετά το ENTER, πατήθηκαν τα πλήκτρα 7 και 8.
Στην επόμενη και τελευταία φωτογραφία βλέπουμε την οθόνη όταν,
μετά τα πλήκτρα 7 και 8 που είχαν πατηθεί από πρίν,
πατήθηκαν ακόμα τα 9, A, και ENTER:
μόλις πατήθηκε το ENTER,
η νέα είσοδος "789A" στάλθηκε στο κύκλωμα χρήστη,
αλλάζοντας την προηγούμενη "FF01",
και η οθόνη άρχισε πάλι να παρακολουθεί
τις εξόδους από το κύκλωμα χρήστη,
οι οποίες εδώ φαίνονται να άλλαξαν σε "8600".
Γιά την πολύπλεξη των τιμών C και In προς δημιουργία της εισόδου A του αθροιστή, χρησιμοποιήστε ένα chip 74257 (τετράμπιτος πολυπλέκτης 2-σε-1), του οποίου τα pins φαίνονται στο σχήμα δίπλα. Η είσοδος επιλογής είναι το pin 1: όταν είναι 0 επιλέγονται οι αριστερές είσοδοι, και όταν είναι 1 επιλέγονται οι δεξιές είσοδοι· οδηγήστε το σήμα αυτό από τον διακόπτη M. Οι έξοδοι και αυτού του chip είναι "τρικατάστατοι" (θα μάθουμε αργότερα τι είναι αυτό)· γιά να λειτουργούν σωστά γιά τους εδώ σκοπούς μας, συνδέστε το pin 15 (ενεργοποίηση εξόδων, αρνητικής πολικότητας) στο λογικό 0. Περισσότερες πληροφορίες γιά αυτά τα chips μπορείτε να βρείτε στην §3.6 ή στην ιστοσελίδα http://eu.st.com/stonline/books/pdf/docs/1932.pdf .
Σαν εξωτερικές εισόδους In χρησιμοποιήστε 4 από τα bits της καλωδιοταινίας που έρχεται από το πληκτρολόγιο. Επίσης, γιά την τροφοδότηση της σταθεράς στην είσοδο B του αθροιστή, αντί πολυπλέκτη, χρησιμοποιήστε κατευθείαν 4 άλλα από τα bits της ίδιας καλωδιοταινίας. Φροντίστε οι θέσεις των bits να είναι τέτοιες ώστε η κάθε τετράδα να αντιστοιχεί ακριβώς σε ένα από τα ψηφία του τετραψήφιου δεκαεξαδικού αριθμού. Κάθε φορά που θα θέλετε να αλλάξτε ή την είσοδο In ή την είσοδο B, θα χρειάζεται να πληκτρολογείτε και τις δύο, καθώς και 2 άλλα, αχρησιμοποίητα δεκαεξαδικά ψηφία.
Συνδέστε τους 4 τετράμπιτους αριθμούς C, A, S, και tmp στις 4 τετράδες bits της καλωδιοταινίας που πηγαίνει προς την οθόνη LCD· με τον τρόπο αυτό, κάθε ένα από τα 4 ψηφία της γραμμής "from user ckt" θα σας δείχνει την παρούσα κατάσταση καθενός από τους 4 αυτούς αριθμούς (όποτε ο cursor είναι στην επάνω γραμμή).
Πριν φτάσετε στο εργαστήριο κάντε ένα πλήρες σχεδιάγραμμα συνδεσμολογίας, όπως στην §4.10. Στο εργαστήριο, κατασκευάστε το κύκλωμα και ελέγξτε τη σωστή λειτουργία του. Αρχίστε επιλέγοντας την εξωτερική είσοδο In και τη σταθερά 0, και ενεργοποιώντας τη φάση φ2 και μετά την φ1· παρακολουθήστε πώς αλλάζουν διαδοχικά τα σημεία A, S, tmp, και C.
Στη συνέχεια, αλλάξτε μέσω του διακόπτη M την επιλογή του πολυπλέκτη, ώστε A=C, και δώστε από το πληκτρολόγιο τη σταθερά +1 στο B. Ενεργοποιείτε εναλλάξ τις δύο φάσεις του ρολογιού, και παρακολουθείτε τους τετράμπιτους αριθμούς καθώς κινούνται γύρω από το κύκλωμα και αυξάνονται κατά 1 κάθε φορά. Συνεχίστε μέχρις ότου η τιμή του μετρητή συστραφεί (wrap around) και αρχίσει να ξαναπαίρνει τις ίδιες τιμές όπως στην αρχή.
Μετά, πληκτρολογήστε τη σταθερά -1 στο B, και ενεργοποιείτε ξανά εναλλάξ τις δύο φάσεις του ρολογιού· παρακολουθείτε τους τετράμπιτους αριθμούς να αλλάζουν με την αντίθετη σειρά και να συστρέφονται πάλι μέχρι την αρχική τιμή και πέραν αυτής.
Ενεργοποιήστε ταυτόχρονα τις 2 φάσεις ρολογιού (παράνομη κατάσταση) και παρατηρήστε την οθόνη LCD. Όταν σβήσουν οι 2 φάσεις, ποιός αριθμός μένει στο μετρητή; Υπάρχει τρόπος να προβλεφθεί αυτός; Επαναλάβετε πολλές φορές γιά να δείτε αν είναι προβλέψιμος ο αριθμός που προκύπτει, και προσπαθήστε να εξηγήστε τις παρατηρήσεις σας.
Τέλος, ξαναφορτώστε έναν προκαθορισμένο αριθμό μέσω της εισόδου In (διαφορετικόν από τον πρώτο, και διαφορετικόν από τον αριθμό που είχε μείνει στο μετρητή), και ξαναμετρήστε λίγο πάνω και λίγο κάτω.
Ερώτηση κρίσεως: Αν ερμηνεύσουμε την τετράμπιτη τιμή του μετρητή σαν προσημασμένο αριθμό συμπληρώματος-2, είναι η μέτρηση προς τα πάνω πάντα σωστή; Όταν "τελειώνουν" τα bits και ο μετρητής συστρέφεται, από ποιόν αριθμό "πηδάει" σε ποιόν; Η μέτρησή προς τα κάτω είναι πάντα σωστή; Κατά τη συστροφή, από ποιόν αριθμό "πηδάει" σε ποιόν; Αν τώρα ερμηνεύσουμε την τετράμπιτη τιμή του μετρητή σαν μη προσημασμένο αριθμό, τότε είναι η μέτρηση προς τα πάνω πάντα σωστή; Σε ποιό σημείο συμβαίνει το "πήδημα" των αριθμών κατά τη συστροφή; Η μέτρησή προς τα κάτω είναι πάντα σωστή; Κατά τη συστροφή, από ποιόν αριθμό "πηδάει" σε ποιόν; Πώς δικαιολογείται η ορθότητα της λειτουργίας του μετρητή τόσο γιά προσημασμένους αριθμούς όσο και γιά μη προσημασμένους; Θυμηθείτε τη συνεστραμένη αναπαράσταση των αριθμών που είδαμε στην §6.2.
Η λύση, όπως είδαμε, είναι η χρήση
δύο μανταλωτών ανά bit αποθηκευόμενης πληροφορίας:
πρώτα εγγράφεται η νέα τιμή στο ένα από αυτά, tmp = f(C),
και μετά αντιγράφεται αυτή στο άλλο, C = tmp,
καταστρέφοντας την παλαιά τιμή,
ούτως ώστε να είναι έτοιμη γιά την επόμενη πράξη.
Αφού λοιπόν οι μανταλωτές χρησιμοποιούνται τόσο συχνά κατά ζευγάρια,
τα ζευγάρια αυτά θα τα θεωρούμε συνήθως σαν ένα νέο δομικό λίθο.
Κανονικά, οι μεμονωμένοι μανταλωτές
χρειάζονται διφασικά ρολόγια γιά να δουλέουν,
με την ιδιότητα ότι ποτέ δεν είναι αναμένες ταυτόχρονα
και οι δύο φάσεις του ρολογιού.
Όταν όμως φτιάχνουμε ζευγάρια μανταλωτών σαν ενιαίο κύκλωμα,
απλοποιούμε αυτή την απαίτηση,
ζητώντας ένα μοναδικό ρολόϊ (μοναδική φάση) από τον εξωτερικό χρήστη,
και φτιάχνοντας εσωτερικά και προσεγγιστικά τη δεύτερη φάση.
Το σχήμα δεξιά δείχνει τον απλούστερο τρόπο κατασκευής ενός τέτοιου ζευγαριού μανταλωτών. Τις δύο φάσεις του ρολογιού τις προσεγγίζουμε με το εξωτερικό σήμα ρολογιού, ck (clock), και το συμπλήρωμά του, ck'. Η προσέγγιση αυτή είναι ατελής σε ένα σημείο: λόγω της μη μηδενικής καθυστέρησης του αντιστροφέα, όταν το σήμα ck ανάβει, και μέχρι να προλάβει να σβήσει το ck', βρίσκονται γιά λίγο αναμένα τα σήματα φόρτωσης και των δύο μανταλωτών, όπως φαίνεται στο διάγραμμα χρονισμού στο κάτω μέρος του σχήματος. Η ατέλεια αυτή αντιμετωπίζεται από τον κατασκευαστή με το να φροντίσει η καθυστέρηση αυτού του αντιστροφέα να είναι πάντα σημαντικά μικρότερη από την καθυστέρηση του δεύτερου μανταλωτή, όπως θα αναλυθεί παρακάτω.
Επειδή ο δεύτερος μανταλωτής ακολουθεί πάντα πιστά τον πρώτο, παίρνοντας την τιμή του κάθε φορά που ανάβει το ρολόϊ, γι' αυτό ο πρώτος λέγεται "αφέντης" και ο δεύτερος "σκλάβος"· έτσι προέκυψε το όνομα αυτού του κυκλώματος: "flip-flop αφέντη-σκλάβου" (master-slave flip-flop). Όπως θα δούμε, η συμπεριφορά αυτού του flip-flop καθορίζεται από την ακμή του ρολογιού (εδώ, την θετική ακμή), δηλαδή από τη στιγμή που η τιμή του ρολογιού αλλάζει καθ' ορισμένη κατεύθυνση (εδώ, από 0 σε 1), και όχι από το χρονικό διάστημα που το ρολόϊ έχει ορισμένη τιμή, π.χ. τιμή 1.
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι να φτιάξει κανείς τέτοια flip-flops που η συμπεριφορά τους να καθορίζεται από μία ακμή του ρολογιού, τους οποίους εμείς δεν θα δούμε γιατί είναι πιό πολύπλοκοι. Τα άλλα εκείνα κυκλώματα τα ονομάζουμε "ακμοπυροδότητα flip-flops" (edge-triggered flip-flops), διότι ενεργοποιούνται (πυροδοτούνται) από την ακμή του ρολογιού. Δεδομένου ότι η εξωτερική συμπεριφορά των flip-flop αφέντη-σκλάβου και των ακμοπυροδότητων flip-flops είναι η ίδια, ο κόσμος συχνά δεν κάνει διάκριση μεταξύ τους, και το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς --θα χρησιμοποιούμε τους δύο όρους σαν ισοδύναμους. Όταν γίνεται διάκριση μεταξύ "μανταλωτή" (latch) και "flip-flop", συνήθως η διάκριση αυτή είναι ότι το flip-flop είναι ακμοπυροδότητο (ή αφέντη-σκλάβου), ενώ ο μανταλωτής είναι όπως τον είδαμε μέχρι τώρα --ενεργοποιείται καθ' όλη τη χρονική διάρκεια που το σήμα φόρτωσης είναι αναμένο (1). Τέλος, από άποψη γραφικού συμβόλου, η διάκριση γίνεται μέσω ενός μικρού τρίγωνου στην είσοδο ρολογιού που τοποθετείται στα flip-flops αφέντη-σκλάβου ή ακμοπυροδότητα, όπως φάινεται στο σχήμα δεξιά, ενώ δεν τοποθετείται στους απλούς μανταλωτές.
Η λειτουργία του κυκλώματος φαίνεται με λεπτομέρεια στο διάγραμμα χρονισμού στο κάτω μέρος του σχήματος. Η είσοδος D επιτρέπεται να αλλάζει τιμή συνεχώς, εκτός από ένα μικρό χρονικό "παράθυρο εγκυρότητας" γύρω από την "ενεργή ακμή" του ρολογιού· εδώ, η ενεργή ακμή είναι η θετική (ανερχόμενη), ενώ σε άλλα κυκλώματα μπορεί να είναι η αρνητική (κατερχόμενη). Κατά την ημιπερίοδο πριν την ενεργή ακμή, όταν ck'=1, ο αφέντης μανταλωτής είναι ενεργοποιημένος, κι έτσι η τιμή της εισόδου D αντιγράφεται συνεχώς στον εσωτερικό κόμβο tmp· παρ' όλα αυτά, ο σκλάβος είναι αδρανής, κι έτσι η έξοδος Q παραμένει σταθερά ίση με την παλαιά της τιμή "old". Μόλις έλθει η ενεργή ακμή του ρολογιού, ο αφέντης κλείνει, κρατώντας μέσα του την τελευταία τιμή της εισόδου D που είδε, a. Ταυτόχρονα, ο σκλάβος ανοίγει, φέρνοντας την τιμή αυτή, a, στην έξοδο Q. Καθ' όλη τη διάρκεια της υπόλοιπης περιόδου, η έξοδος Q δεν μπορεί να ξαναλλάξει, αρχικά διότι ο κόμβος tmp είναι σταθερός, και αργότερα διότι ο σκλάβος μανταλωτής είναι σβηστός.
Το συνολικό αυτό κύκλωμα έχει την επιθυμητή ιδιότητα ότι η είσοδός του D επιτρέπεται να είναι συνδυαστική συνάρτηση της εξόδου του Q, διότι όταν η έξοδος αλλάζει το κύκλωμα είναι ήδη αναίσθητο σε αλλαγές της εισόδου του, δηλαδή αυτές δεν επηρρεάζουν την ήδη αποθηκευμένη τιμή του, γιά τον εξής λόγο. Η έξοδος αλλάζει τόση ώρα μετά την ενεργή ακμή του ρολογιού όση η καθυστέρηση του σκλάβου. Όμως, ο αφέντης καθίσταται αναίσθητος σε αλλαγές της εισόδου D μόλις σβήσει το ck'. Επειδή ο αντιστροφέας κατασκευάζεται με καθυστέρηση πάντα μικρότερη από εκείνη του σκάλβου, το δεύτερο γεγονός (αναισθησία εισόδου) συμβαίνει πάντα πριν από το πρώτο (αλλαγή εξόδου).
Συμπερασματικά, η λειτουργία ενός ακμοπυροδότητου flip-flop (αφέντη-σκλάβου) έχει ως εξής. Η τιμή που υπήρχε στην είσοδό του λίγο πριν την ενεργή ακμή του ρολογιού αποθηκεύεται μέσα στο flip-flop κατά την ενεργή ακμή του ρολογιού, εμφανίζεται στην έξοδο του flip-flop λίγο μετά την ενεργή ακμή, και παραμένει εκεί σταθερή μέχρι λίγο μετά την επόμενη ενεργή ακμή του ρολογιού. Το flip-flop που είδαμε είναι flip-flop "θετικής ακμοπυροδότησης": η ενεργή ακμή του ρολογιού του είναι η θετική ακμή (μετάβαση από το 0 στο 1). Άλλα flip-flops είναι αρνητικής ακμοπυροδότησης": η ενεργή ακμή τους είναι η μετάβαση του ρολογιού από το 1 στο 0. Παρατηρώντας εξωτερικά ένα flip-flop, κατά την άλλη ακμή του ρολογιού (την μη ενεργή), τίποτα το ιδιαίτερο δεν συμβαίνει --με άλλα λόγια, μόνο η μία από τις δύο ακμές σε κάθε περίοδο ρολογιού είναι η ενεργή ακμή, κατά την οποία συμβαίνει η "εγγραφή" στο flip-flop.
Η λύση του προβλήματος είναι να χρησιμοποιηθεί ένας διακόπτης SPDT και ένας μανταλωτής τύπου RS, όπως φάινεται στο κάτω μέρος του σχήματος. Η βασική ιδιότητα αυτού του κυκλώματος είναι η εξής: όταν το κινητό μέρος του διακόπτη βρίσκεται καθ' οδόν από τη μία επαφή προς την άλλη, τότε και οι δύο είσοδοι R και S του μανταλωτή είναι 0 (καμία από τις δύο δεν κάνει επαφή με την τροφοδοσία αριστερά), κι έτσι η έξοδος ck παραμένει σταθερή στην προηγούμενη τιμή της. Όταν ο διακόπτης δεν είναι πατημένος, R=1 και S=0, άρα ck=0. Όταν ο διακόπτης πατηθεί, και ενώ βρίσκεται καθ' οδόν, πρώτα γίνεται R=0, οπότε η έξοδος παραμένει σταθερή εκεί που ήταν, στο 0. Μόλις ο διακόπτης ακουμπήσει γιά πρώτη φορά την κάτω επαφή, γίνεται S=1 ενώ R=0, άρα η έξοδος αλλάζει τιμή σε ck=1. Όταν ο διακόπτης αναπηδήσει, γίνεται S=0 ενώ R=0, οπότε η έξοδος παραμένει σταθερή εκεί που ήταν, δηλαδή στο 1. Παρατηρήστε ότι οι αναπηδήσεις δεν είναι τόσο μεγάλες ώστε ο διακόπτης να ξανακάνει επαφή επάνω --απλώς χοροπηδάει γιά λίγο κοντά στην κάτω επαφή. Τελικά, όταν ο διακόπτης ισορροπήσει, γίνεται S=1 ενώ R=0, άρα η έξοδος παραμένει στο 1. Συνολικά, βλέπουμε ότι η έξοδος έκανε μόνο μία μετάβαση από το 0 στο 1, τη στιγμή της πρώτης επαφής του διακόπτη κάτω. Τα ανάλογα συμβαίνουν και όταν αφήνουμε το διακόπτη να επανέλθει επάνω.
Στο μετρητή του πειράματος 8.6, αν τροφοδοτήσουμε το ρολόϊ
από έναν απλό δοακόπτη χωρίς καθαρισμό παλμών,
θα μπορούσαμε να μετρήσουμε το πλήθος των αναπηδήσεων του διακόπτη,
υποθέτοντας ότι αυτό είναι μικρότερο του 16.
Αν κάνετε το πείραμα, ελέγξτε αν αυτό το πλήθος είναι σταθερό.
[Up - Table of Contents] [Prev - 7. Latches and Registers] |
[printer version - PDF] [9. Buses, Tristate, SRAM - Next] |
Up to the Home Page of CS-120
|
© copyright
University of Crete, Greece.
last updated: 6 Nov. 2009, by M. Katevenis. |